Килон — (Κύλων) афинянин, знатный влиятельный евпатрид, женатый на дочери тирана мегарского Феагена и пользовавшийся почетом как победитель в двойном беге на олимпийских играх 35 ой Олимпиады (640 г. до Р. Х.). Рассчитывая на поддержку народа,… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
ЭПИМЕНИД — • Epimenĭdes, Έπιμενίδνς, с острова Крит, родился в Фэсте, жил в Кноссе, современник семи мудрецов, к которым его даже и причисляли, стоит на рубеже мифических времен и исторических. Он стоял в отношении к энтузиастическому культу… … Реальный словарь классических древностей
АТТИКА — • Attĭca, ή Άττική (от ακτή, вместо ακτική), называлась раньше также Άκτή, «прибрежная страна», а у поэтов Μοψοπία, или Ίωνία, или Ποσειδωνια и была важнейшей из 8 областей, составлявших собственную (среднюю) Элладу. Она имела форму … Реальный словарь классических древностей
КИЛОН — • Cylon, Κύλων, афинянин из сословия евпатридов, одержал победу на Олимпийских играх в 640 г. до Р. X. (Оl. 35, 1.); был женат на дочери тирана мегарского Феагена. В 612 г. (по другим уже в 620 г.) он стал во главе заговора против… … Реальный словарь классических древностей
άγος — Όροςμε τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χαρακτήριζαν το μίασμα, την κατάρα, την οργή θεού που παρακολουθεί τον ένοχο ενός εγκλήματος. Εναγείς μπορούσαν να είναι όχι μόνο άντρες ή γυναίκες, αλλά και ολόκληρες πόλεις και κράτη εξαιτίας του εγκλήματος… … Dictionary of Greek
αγός — Όροςμε τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χαρακτήριζαν το μίασμα, την κατάρα, την οργή θεού που παρακολουθεί τον ένοχο ενός εγκλήματος. Εναγείς μπορούσαν να είναι όχι μόνο άντρες ή γυναίκες, αλλά και ολόκληρες πόλεις και κράτη εξαιτίας του εγκλήματος… … Dictionary of Greek
γεράνι — I (geranium). Καλλωπιστικό φυτό, γνωστό και με την επιστημονική ονομασία πελαργόνιο το ζωνωτό. Όλα τα είδη του φυτού αυτού αναφέρονται συνοπτικά ως γερανιίδες. Με την ίδια ονομασία υπάρχει και γένος φυτών, άσχετο με το καλλωπιστικό, με περίπου 20 … Dictionary of Greek
κυλώνειος — ον 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Κύλωνα («κυλώνειον άγος») 2. (ως κύριο όν. στον πληθ.) οι Κυλώνειοι οι οπαδοί τού Κύλωνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < κύριο όν. Κύλων + κατάλ. ειος] … Dictionary of Greek
Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην … Dictionary of Greek
Κύλων — I (7ος αι. π.Χ.). Αθηναίος ευπατρίδης. Ήταν γαμπρός του τυράννου των Μεγάρων, Θεαγένη, και Ολυμπιονίκης του δίαυλου κατά το 640 π.Χ. Το 612 ή το 610 π.Χ. προσπάθησε να σφετεριστεί την εξουσία της Αθήνας και επιτέθηκε στην πόλη με μισθοφορικές… … Dictionary of Greek